ψιττακισμός

ψιττακισμός
ο
παπαγαλισμός, παπαγάλισμα, το να επαναλαμβάνει κανείς μηχανικά ό,τι λένε οι άλλοι.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ψιττακισμός — ο, Ν 1. παπαγαλισμός 2. ιατρ. μηχανική επανάληψη εκφράσεων από ένα άτομο, το οποίο δεν καταλαβαίνει την σημασία τους ή δεν τήν συμμερίζεται. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. psittacisme (< ψιττακίζω). Η λ. μαρτυρείται από το 1850 στον Στ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”